Σκηνοθέτης και συγγραφέας. O Josep Maria Miró είναι ο μόνος συγγραφέας στην Ισπανία που κέρδισε δύο φορές το σπουδαίο βραβείο Ισπανικής γραφής Born, το 2011 για το έργο “Η Αρχή του Αρχιμήδη” και το 2009 για το έργο “H Γυναίκα που έχανε όλες τις πτήσεις”. Βρέθηκε στην Αθήνα προσκεκλημένος για να παρακολουθήσει το θεατρικό έργο “Η Αρχή του Αρχιμήδη” που παίζεται στο θέατρο Αργώ. Το συναντήσαμε στην Πλάκα και γνωρίσαμε μια ευγενική φυσιογνωμία, με αρκετό χιούμορ, έναν άνθρωπο με ποιότητα, τόσο οικείο, που γρήγορα μας έκανε να διαπιστώσουμε πως την κοινή μας κουλτούρα και ματιά, καμία γλώσσα δεν μπορεί να χωρίσει.
Ζητήσαμε από την ηθοποιό Αντιγόνη Κουλουκάκου, η οποία πρωταγωνιστεί στο έργο, να κάνει τις ερωτήσεις στο Josep.
Γνωρίζουμε ότι ο Josep Maria Miro είναι ένα ταλαντούχος άνθρωπος, σκηνοθέτης, συγγραφέας αλλά, αλήθεια, ποιος ήταν ο Josep μικρός; Ονειρεύτηκες όλα αυτά που κάνεις σήμερα όταν ήσουν παιδί;
Πάντα μου άρεσε ο κόσμος της λογοτεχνίας και του θεάτρου. Από μικρός. Μου άρεσε επίσης η ζωγραφική και η φωτογραφία. Όπως όλα τα παιδιά, ήθελα να ακολουθήσω πολλά και διαφορετικά επαγγέλματα, από ηθοποιός μέχρι γιατρός. Οι γονείς μου, οι οποίοι εργάζονταν στα χωράφια και στον τομέα της κτηνοτροφίας, δεν είχαν καμία σχέση με τον κόσμο της τέχνης, ούτε και του πανεπιστημίου. Έκαναν τρία πολύ διαφορετικά παιδιά, με μία ζωή πολύ διαφορετική από τη δική τους, αλλά ποτέ δεν επηρέασαν τις αποφάσεις και τις ζωές τους. Το πιο σημαντικό για εκείνους ήταν να είμαστε ελεύθεροι και ευτυχισμένοι. Θυμάμαι μικρός, 6 χρονών τότε, να μπαίνω σε ένα μάθημα μπαλέτου. Το χωριό μου έχει περίπου 2000 κατοίκους και το ’80 ήταν ασυνήθιστο ένα παιδί να κάνει μπαλέτο και οι αγρότες γονείς του να μην έχουν κανέναν ενδοιασμό. Τους φαινόταν απολύτως φυσιολογικό. Η γενναιοδωρία και η ανθρωπιά τους είναι το μεγαλύτερο δώρο που μου έδωσαν οι γονείς μου για να μπορέσω να το μεταφέρω και στη δική μου ζωή.
Πολλοί άνθρωποι συνδέουν τα μαθηματικά με την τέχνη. Αυτό σκεφτόσουν όταν έγραψες το θεατρικό έργο «Η αρχή του Αρχιμήδη»; Ποιο είναι το μήνυμά σου μέσω του έργου;
Μου κόστισε που δεν ασχολήθηκα με τα μαθηματικά. Για μένα ήταν περισσότερο διάβασμα παρά επιστήμη. Αισθάνομαι άσχημα γιατί σκέφτομαι ότι υπάρχει μία σύνδεση μεταξύ των μαθηματικών και της μουσικής και της τέχνης γενικότερα. Η μουσική είναι ένα μάθημα μετέωρο, εξαρτώμενο. Πιστεύω πολύ στους εσωτερικούς ρυθμούς των λέξεων. Θα μου άρεσε να έχω περισσότερες γνώσεις μαθηματικών.
Μου έχουν πει πως οι διάλογοι στα κείμενά μου είναι σαν παρτιτούρες. Με το έργο αυτό, ήθελα να κάνω ένα έργο για την κοινωνία που διέπεται από φόβο και για το ερώτημα κατά πόσο το εκπαιδευτικό σύστημα έχει αλλάξει. Ο τίτλος του έργου είναι μεταφορικός. Με φόβο και καχυποψία θα μπορούσε να αναπαραχθεί αυτή η αρχή. Όταν πιέζεσαι δημιουργείται φόβος, προκαταλήψεις, ίσως και βρωμιά.
Πως αισθάνεσαι που το έργο σου γίνεται γνωστό επίσης στην Ελλάδα; Ήταν εξαρχής ένας προορισμός ή απλά μία ευχάριστη συγκυρία στη ζωή σου;
Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί συμπίπτει“H αρχή του Αρχιμήδη» με μια δραματική ανάγνωση ενός από τα τελευταία έργα μου, του “Nerium Park“. Η Ελλάδα είναι το λίκνο του θεάτρου και η γενέτειρα της κοινωνίας μας. Είναι ένα μέρος που έχει ένα πολύ ιδιαίτερο νόημα και χροιά. Με το έργο “Η αρχή του Αρχιμήδη” έχει γίνει κάτι ασυνήθιστο: έκανε πρεμιέρα στη Βαρκελώνη και σε λιγότερο από δύο χρόνια έχει αρχίσει να ανεβαίνει σε διαφορετικές περιοχές, όπως η Ρωσία, το Μεξικό, την Αργεντινή, Αγγλία, Πουέρτο Ρίκο, Κροατία … έχει προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον και περισσότερες χώρες προτίθενται να το ανεβάσουν. Στην Καταλονία μόλις τελείωσα τα γυρίσματα της ταινίας. Το έργο αυτό μου έδωσε πολλές χαρές. Στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν μπορώ να μην αναφέρω τη Μαρία Χατζηεμμανουήλ, τη μεταφράστρια του έργου, που αγαπά το θέατρο και τον καταλανικό και ισπανικό πολιτισμό και που είναι σημαντική «γέφυρα» για τους δημιουργούς της χώρας μας.
Πιστεύεις ότι ο Ισπανικός Κινηματογράφος πέρασε τα σύνορα, εξαιτίας κυρίως της διεθνούς επιτυχίας των ταινιών του Αλμοδόβαρ ή ήταν αυτό που αποκαλούμε η κατάλληλη χρονική συγκυρία, εξαιτίας της ισπανικής μετάβασης μετά το θάνατο του Franco;
Δεν είναι τόσο εύκολο να έχεις ένα στυλ και ένα μοναδικό χαρακτήρα. Αυτό είναι που δίνει μια σημαντική διάσταση σ’ έναν καλλιτέχνη. Ο Αλμοδόβαρ -ειδικά ο Αλμοδόβαρ της δεκαετίας του ’80- είναι ένας ιδιαίτερος κινηματογραφιστής με παγκόσμια αναγνώριση. Αναμφισβήτητα -τόσο για τους θαυμαστές του, όσο και για τους επικριτές του- έχει μία ιδιαίτερη ματιά και ύφος. Και αυτό είναι που τον κάνει καλλιτέχνη. Έδωσε μία μεγάλη προβολή της Ισπανίας παγκοσμίως. Επίσης πιστεύω ότι ο Αλμοδόβαρ είναι το αποτέλεσμα μίας εποχής και μίας γενιάς που σπάει το παρελθόν με τη διδακτορία, μετά από 40 χρόνια μιας γκρίζας Ισπανίας, λυπημένης και υποταγμένης. Ο Αλμοδόβαρ αντιπροσωπεύει μία νέα ματιά, πολύχρωμη, άγρια, αυθάδη και κατέρριψε πολλά ταμπού.
Τι σε κάνει ευτυχισμένο και τι σε κάνει περήφανο για την γενέτειρά σου την Ισπανία;
Ουφ! Αυτή είναι μία δύσκολη ερώτηση. Ως Καταλανός, είναι δύσκολο να αισθάνομαι υπερήφανος για την κυβέρνηση της Ισπανίας, η οποία δεν είναι σε θέση να αρθρώσει ένα εποικοδομητικό διάλογο για τη σχέση Ισπανίας-Καταλονίας. Το να συζητήσουν σχετικά με αυτό το θέμα ή να κάνουν μία διαβούλευση, θα ήταν ένας θρίαμβος για τη δημοκρατία και θα μας έκανε καλύτερους πολίτες, τόσο τους Καταλανούς, όσο και τους Ισπανούς, ώστε να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε ένα περίπλοκο ζήτημα για την επίτευξη της δημοκρατίας. Είναι δύσκολο να αισθάνομαι υπερήφανος για μια πολιτική -τόσο για τη δεξιά παράταξη, όσο για την αριστερά- που διέπεται από σκάνδαλα και διαφθορά και έχει χάσει τον διάλογο με τον πολίτη. Είναι δύσκολο να αισθανθώ υπερήφανος για μια χώρα που ταλανίζει τον πολιτισμό, την παιδεία και την υγεία. Αυτή η στιγμή δεν είναι για να νιώθεις ικανοποιημένος ή περήφανος. Ωστόσο, μία σειρά σπουδαίων ονομάτων, με γεμίζουν υπερηφάνεια: Θερβάντες, Λόρκα, Rodoreda, BlaiBonet, Machado, Picasso, είναι μερικά από αυτά. Αισθάνομαι ευτυχής γιατί με όλες τις δυσκολίες, υπάρχουν ταλαντούχοι άνθρωποι που εξακολουθούν να αγωνίζονται για διαρθρωθούν νέα συστήματα, πολιτικά και κοινωνικά, πιο δίκαια και πιο ανθρώπινα.
Photos by George Alexandrakis