Την πρώτη φορά που τον είδα επί θεατρικής σκηνής ήταν το 2012, στο έργο Copy Paste, σε κείμενο δικό του. Ένα χρόνο μετά αρχίζει η συνεργασία μας στο City Code.
Ακόμα κι αν ο περιορισμένος του πια χρόνος τον κάνει να απέχει από τα πρόσφατά μας τεύχη, εμείς ήδη γνωρίζουμε πως εκτός από τυπικός και επαγγελματίας, ο Νίκος είναι ένας καλλιτέχνης που ό,τι μοιράζεται στην σκηνή, το μοιράζει απλόχερα και στη ζωή. Μια τέτοια εμπειρία βιώσαμε από τον γενναιόδωρο και ταλαντούχο Νίκο Μήτσα.
Ο ίδιος, χαμηλών τόνων, θα σου πει πως δεν αυτοορίζεται με όσους τίτλους του δίνουμε, κάτι που σίγουρα οφείλεται στον λεπτό του χαρακτήρα.
Από τις πιο πρόσφατές του δουλειές, η συγγραφή -μαζί με άλλους- του πετυχημένου σήριαλ “Το Σόι σου” που προβάλλεται από τον τηλεοπτικό σταθμό του Alpha.
Για τις ιστορίες της διπλανής πόρτας στο City Code πηγή έμπνευσής σου ήταν, μεταξύ άλλων, προσωπικά σου βιώματα. Ποια η κύρια πηγή έμπνευσής σου για τη δουλειά σου, γενικότερα;
Πάντα αντλείς θέματα από τη δική σου καθημερινότητα. Νομίζω πως αυτό που με εμπνέει -αν μπορεί να ορισθεί- είναι μάλλον το ακραίο. Το ακραία καλό ή το ακραία κακό. Το ακραία δραματικό ή το ακραία κωμικό. Αυτό που θες να δείξεις πόσο όμορφο είναι ή αυτό το οποίο θες να το καυτηριάσεις. Κοινώς, αυτά που με τρώνε και προσπαθώ κι εγώ να τα γνωρίσω, γράφοντας και αναλύοντάς τα.
Κατά πόσο το θεατρικό κείμενο μπορεί να είναι αναλυτικό, στοχαστικό και καθαρτικό, όταν βασίζεται σε θέματα επίκαιρα που, στην πραγματικότητα, τρέχουν, μη δίνοντάς μας την ευκαιρία να εστιάσουμε σε αυτά και να τα αντιμετωπίσουμε κατάματα;
Δεν είναι τόση η εμπειρία μου για να έχω πολύ σαφή άποψη επ’ αυτού. Πιστεύω πως είναι πράγματι δύσκολο να καταγράψεις την επικαιρότητα και να μη μείνεις στην επιφάνεια. Γιατί το βάθος της αδυνατείς να το καταλάβεις τη στιγμή που τη ζεις. Αλλά νομίζω πως κατά βάση το θέατρο καταγράφει την αίσθηση και τα συναισθήματα παρά τα γεγονότα. Κι αυτά είναι διαχρονικά. Πράγμα που σημαίνει ότι μπορείς, ακόμα και με μια σύγχρονη αφορμή, να εμβαθύνεις και να είσαι ουσιαστικός και -πολύ βασικό- να αφοράς τον θεατή.
Κάποια κείμενά σου που θίγουν κοινωνικά ζητήματα έχουν σκοπό να παρακινήσουν, χωρίς ωστόσο να κουνούν το δάκτυλο. Αυτό αποτελεί και μια δική σου στάση στη ζωή;
Καταρχάς μακάρι να συμβαίνει αυτό! Το κούνημα του δαχτύλου είναι ένας συνεχής μου φόβος. Κάποτε με παρασύρει και κάποτε τον ξεπερνάω. Νομίζω πως μόνο με το να κάνεις πράξη όσα λες μπορείς να παρακινείς ουσιαστικά. Μέσα απ’ τον τρόπο ζωής σου δηλαδή και όχι προσπαθώντας να δείξεις τι είναι καλό για τον καθένα και τι όχι. Γιατί φυσικά ούτε κι εσύ το ξέρεις. Και γίνεσαι αυτομάτως ένας ξερόλας που καλά θα κάνεις να κοιτάξεις την καμπούρα σου κι όχι πώς μπορούν να γίνουνε ευθυτενείς οι άλλοι ακούγοντάς σε.
Κάποιο ευτράπελο από τις δουλειές στις οποίες συμμετείχες; (μπορείς να γράψεις κάτι παράξενο ή σουρεαλιστικό).
Ευτράπελα πάρα πολλά! Καταρχάς έχω σπάσει το πόδι μου εν ώρα παράστασης και έχω συνεχίσει να παίζω. Τέλειωσα και πήγα κατευθείαν χειρουργείο. Επίσης έχω παίξει και με σπασμένο πλευρό! Εννοείται τα κλασικά που έχουν να διηγηθούν όλοι οι ηθοποιοί (λόγια που ξεχνάς, γέλια, λάθη στη σκηνή), αλλά νομίζω ότι από τα κορυφαία είναι πως σε δύο παραστάσεις έχω ξεχαστεί εντελώς να βγω στη σκηνή! Μία φορά στο Ηρώδειο, στον «Κοριολανό», και παραπάνω από μία στο Κρατικό Βορείου Ελλάδος, όπου πιάναμε την κουβέντα με μία συνάδελφο -δεν θα την εκθέσω, όχι- στα παρασκήνια και ακούγαμε τη σκηνή μας να ξεκινάει και τρέχαμε σαν παλαβοί.
Ως ηθοποιός, ποιον ρόλο αγάπησες περισσότερο; Ως θεατρικός συγγραφέας, ποιος χαρακτήρας θα ήθελες να είναι δικό σου δημιούργημα;
Τους ρόλους που υποδύεσαι τους αγαπάς όλους. Και δεν είναι από τα κλασικά που λέμε συνήθως. Αλίμονο αν δεν τους αγαπήσεις. Δεν μπορείς να τους καταλάβεις και να τους δώσεις σάρκα και οστά. Υπάρχουν όμως πάντα και αδυναμίες. Νομίζω ξεχωρίζω τον Τήτο από το “Copy Paste” (όχι επειδή το έγραψα έστω και κατά το ήμισυ εγώ, αλλά γιατί είχε μια σπάνια για την εποχή μας ευαισθησία) και τον ρόλο του αδερφού από το “Αγόρι με τη Βαλίτσα” για τον τρόπο που πάλευε και ήλπιζε όταν η ζωή του τα ‘φερε ανάποδα. Ως συγγραφέας τώρα (παρόλο που μου ακούγεται πολύ βαριά λέξη για μένα) δεν ζηλεύω ρόλους, να σου πω την αλήθεια, αλλά ιστορίες. Εγώ και ως ηθοποιός και ως άνθρωπος που γράφει αυτό θέλω να κάνω. Να λέω ιστορίες. Αν έπρεπε όμως να επιλέξω έναν ρόλο, νομίζω θα ήθελα να έχω γράψει κάποιον απ’ τους ήρωες του Τσέχωφ, γιατί είναι απίστευτα κωμικοί μες στην τραγικότητά τους.
Το 2012 ανεβαίνει στο Ίδρυμα Κακογιάννη και λίγους μήνες μετά στο Θέατρο Εν Αθήναις η παράσταση Copy Paste, ένα ολοκληρωμένο, αν θες, έργο σου, εφόσον ο ρόλος που είχες ήταν τριπλός: σεναριογράφος-σκηνοθέτης-ηθοποιός. Είναι στα σχέδιά σου μια ακόμα συνολική και καθόλα εύκολη δουλειά;
Καταρχάς να πω ότι το “Copy Paste” είναι ένα κείμενο που το γράψαμε μαζί με τη Λίζα Νεοχωρίτη, λατρεμένο πλάσμα στη ζωή αυτή. Όσο για την ερώτησή σου, δεν ξέρω αν έχω την επιθυμία να ξανανέβω στη σκηνή να σου πω την αλήθεια. Όπως λέω τα τρία τελευταία χρόνια, είμαι ηθοποιός εν αποστρατεία. Θα ξανάκανα πάντως κάτι αντίστοιχο είτε αν ήταν κάτι φοβερά δελεαστικό είτε αν επρόκειτο να δουλέψω με φίλους. Αγαπώ το θέατρο της παρέας, αυτό που περνάς σαν πενταήμερη, με γέλια, πλάκες, αγάπη, αλλά δουλεύεις κιόλας, έχεις στόχο, μεράκι, τρέλα. Αυτό ήθελα πάντοτε να κάνω. Αν μου τύχει κάτι τέτοιο, τότε παίρνω και τετραπλό ρόλο και μάλιστα αύριο κιόλας!
Φωτογραφία: George Alexandrakis